Κύριε Δέμο, βρισκόμαστε στην έκτη χρονιά ύφεσης της ελληνικής οικονομίας με την τελευταία διετία να καταγράφεται ως η πλέον αρνητική περίοδος για την ελληνική φαρμακοβιομηχανία. Τι βλέπετε για τη συνέχεια?

Δύο είναι τα θέματα που πρόκειται να μας απασχολήσουν στο άμεσο μέλλον. Το πρώτο είναι ο στόχος που πρέπει να επιτευχθεί για τη φαρμακευτική δαπάνη και το δεύτερο -που μας προβληματίζει έντονα- είναι η γενικότερη πορεία της χώρας, καθώς ακόμα κι αν πετύχουμε το στόχο της δαπάνης, σε περίπτωση που η οικονομία συνολικά δεν πάει καλά, θα χρειαστεί πιθανότατα και νέα αναθεώρηση του στόχου. Βέβαια, παράλληλα δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το οξύ πρόβλημα των καθυστερήσεων στις πληρωμές του Δημοσίου, καθώς τα συσσωρευμένα χρέη επηρεάζουν πάρα πολύ τη ρευστότητα των εταιρειών.

Με δεδομένο το στόχο των 2,4 δις. ευρώ για δαπάνη φαρμάκου και κυρίως με την πτώση το 2014 στο 1% του ΑΕΠ, πιστεύετε πως η κατάσταση με τους πολίτες και την πρόσβαση στα φάρμακα θα επιδεινωθεί;

Υπάρχουν δύο βασικές παράμετροι αναφορικά με  τις πολιτικές για το φάρμακο. Η μία είναι η τιμή του φαρμάκου και η δεύτερη η συμμετοχή του ασθενούς. Στην Ελλάδα έως σήμερα και μέχρι την έκδοση της λίστας ασφαλιστικών τιμών,  εξαντλήθηκαν όλα τα μέτρα που έχουν σχέση με τη συμπίεση των τιμών του φαρμάκου, η οποία συνεπάγεται και πλήγμα για την εγχώρια παραγωγή. Πλέον η πολιτεία, προκειμένου να πετύχει νέα μείωση στο κόστος της φαρμακευτικής δαπάνης, προσπαθεί να εφαρμόσει μέτρα που σχετίζονται με τη συμβολή του ασφαλισμένου, αυξάνοντας τη συμμετοχή του.

Παραβλέπουμε όμως ένα πρόβλημα που υπήρχε ανέκαθεν στο ελληνικό σύστημα: όποιο φάρμακο έπαιρνε άδεια κυκλοφορίας, αυτόματα έμπαινε και στη θετική λίστα, κάτι που δεν συμβαίνει πουθενά στην Ευρώπη, καθώς υπάρχει επιτροπή αξιολόγησης του θεραπευτικού αποτελέσματος. Η φαρμακευτική δαπάνη λοιπόν έφτασε σ’ αυτό το σημείο, γιατί το κράτος αποζημίωνε οποιοδήποτε φάρμακο έπαιρνε έγκριση, χωρίς να υπάρχει πουθενά ένα θεραπευτικό πρωτόκολλο για να ελέγχει τη συνταγογράφηση.

Σαν βιομηχανία σας αφορούν άμεσα οι κινήσεις σχετικά με την διεύρυνση των μεριδίων των γενοσήμων. Εκεί τι συμβαίνει με τις τιμές;

Το πρόβλημα της φαρμακευτικής δαπάνης στην Ελλάδα δεν είναι η τιμή του γενοσήμου, καθώς τα γενόσημα αποτελούν μόλις το 18% του συνόλου της δαπάνης.

Αν κανείς κοιτάξει τα πρώτα 100 φάρμακα σε κυκλοφορία, τα οποία αποτελούν και το 75% της δαπάνης, θα διαπιστώσει πως το 99% από αυτά είναι εισαγόμενα φάρμακα με πατέντα. Άρα εύκολα συμπεραίνουμε, πως το βασικό πρόβλημα είναι η υπερσυνταγογράφηση πρωτότυπων φαρμάκων. Άρα, εάν δεν αντιμετωπίσουμε την πηγή του προβλήματος, δεν θα μπορέσουμε να πετύχουμε τίποτα.

Εάν θεωρήσουμε ότι η κατάσταση μείνει όπως είναι τώρα, με τη συγκεκριμένη λίστα, με τις κατηγορίες, την ομαδοποίηση που έχει γίνει  και το στόχο στα 2,4 δισ. δαπάνης για φέτος, εσείς σαν βιομηχανία μπορείτε να επιβιώσετε;

Αν δεν λυθεί άμεσα το θέμα των χρεών και δεν ομαλοποιηθούν οι πληρωμές τότε τα πράγματα είναι δύσκολα. Οι μεγάλες καθυστερήσεις που σημειώνονται επί σειρά ετών αποτελούν τεράστιο πρόβλημα για τον κλάδο και σε μεγάλο βαθμό υπήρξαν στο παρελθόν και η αιτία για τις υψηλές τιμές του φαρμάκου, καθώς δεν διευκόλυναν καθόλου την παροχή εκπτώσεων. Αν περάσουμε από τις σημερινές υποσχέσεις στην ουσιαστική διευθέτηση του θέματος, τότε θα μπορέσουμε να  επιβιώσουμε. Όμως, με τις τωρινές καθυστερήσεις στις πληρωμές, σε συνδυασμό με τις χαμηλές τιμές που υποχρεούμαστε να διαθέτουμε τα προϊόντα μας σήμερα, είναι καθαρά θέμα χρόνου κάποιες εταιρείες να κλείσουν.

Να επισημάνω επίσης το εξής: στα περισσότερα εργοστάσια στην Ελλάδα σήμερα έχει δημιουργηθεί μια οικονομία κλίμακος που τους επιτρέπει να πωλούν σε ξένες αγορές και η οποία σχετίζεται με τις ποσότητες των φαρμάκων που πωλούν στην ελληνική αγορά και όχι με τις τιμές. Αν όμως, για παράδειγμα, ένα εργοστάσιο πουλά το 70% της παραγωγής του στην ελληνική αγορά και το 30% σε άλλες αγορές, όταν μειωθεί το 70% τότε και το 30% της εξαγωγής γίνεται οικονομικά ασύμφορο.

Για τη συνταγογράφηση με δραστική τι πιστεύετε;

Από τη στιγμή που σήμερα στην Ελλάδα κάθε φάρμακο αποζημιώνεται βάσει προκαθορισμένης ασφαλιστικής τιμής, δηλαδή το κράτος πληρώνει ακριβώς τα ίδια χρήματα ασχέτως εταιρείας, η συνταγογράφηση με δραστική ουσία δεν έχει νόημα. Προφανώς, ο μοναδικός λόγος για την καθιέρωση συνταγογράφησης με δραστική, είναι να υπάρξει ανακατανομή των μεριδίων της αγοράς.

Η εμμονή στη δραστική μπορεί να δικαιολογηθεί αν υποθέσουμε ότι υπάρχει υπερσυνταγογράφηση γενοσήμων, π.χ. εκεί που θα έπρεπε να γραφτεί ένα κουτί γράφονται  3 κουτιά . Για την αντιμετώπιση αυτού ακριβώς του προβλήματος δημιουργήθηκε το σύστημα ηλεκτρονικής συνταγογράφησης της ΗΔΙΚΑ, με συμμετοχή άνω του 90% των γιατρών. Και ενώ μέσω αυτού θα μπορούσαμε να έχουμε πλήρη αρχειοθέτηση όλων των συνταγογραφικών συνηθειών κάθε ιατρού και να ελέγξουμε την υπερσυνταγογράφηση, με τις αποφάσεις που ελήφθησαν, κάτι τέτοιο δεν είναι πλέον εφικτό.

 

Πάντως κι αυτές οι αποφάσεις είναι κατευθυνόμενες από την Τρόικα. Έχετε συναντηθεί μαζί τους;

Έχουν πραγματοποιηθεί πολύ λίγες συναντήσεις, μία-δύο για την ακρίβεια. Αυτό που είναι παράλογο, είναι πως σήμερα με το clawback καλούμαστε να καταβάλλουμε εισφορές για την υπέρβαση της δαπάνης, όταν οι αποφάσεις γι΄αυτό το κρίσιμο θέμα λαμβάνονται ερήμην μας. Από τη στιγμή που έχει θεσμοθετηθεί το clawback, δε θα έπρεπε να εφαρμόζονται μέτρα για τα οποία διαφωνούμε. Επί της ουσίας κατά το δεύτερο μνημόνιο, λόγω της μη επίτευξης των στόχων του πρώτου μνημονίου, η τρόικα συγκέντρωσε μέτρα για το φάρμακο που εφαρμόζονται σε διάφορες χώρες της ΕΕ, και προσπαθεί να τα εφαρμόσει στην Ελλάδα όλα μαζί, συνδυαστικά. Όμως  το μίγμα αυτό  είναι εκρηκτικό και δεν πρόκειται να καταλήξει στο επιθυμητό αποτέλεσμα.

Πώς σχολιάζετε την απουσία δελτίου τιμών με καινοτόμα φάρμακα; 

Η πρόσβαση του έλληνα ασθενή σε νέες θεραπείες είναι αναφαίρετο δικαίωμα και η μέχρι τώρα συμπεριφορά του κράτους είναι παράνομη και καταχρηστική. Αντιλαμβάνομαι ότι υπάρχουν φόβοι για εκτίναξη της δαπάνης από πλευράς της πολιτείας αλλά θα μπορούσαν να ξεπεραστούν μέσα από συνεννόηση και συμφωνία μεταξύ της πολιτείας και των φαρμακευτικών επιχειρήσεων.

 

Τι πιστεύετε ότι μπορεί να γίνει ή ότι πρέπει να γίνει στο εξής;

Πρωταρχικό μας αίτημα είναι η συνταγογραφηση με εμπορική ονομασία, καθώς έτσι θα μπορούμε να πετύχουμε μεγαλύτερη διαφάνεια και σωστό έλεγχο της συνταγογράφησης, ενώ συνδυαστικά πρέπει να υπάρξει μια επιτροπή ελέγχου φαρμακευτικής δαπάνης. Η επιτροπή αυτή θα πρέπει να αποτελείται από όλους τους φορείς της αλυσίδας,  τα υπουργεία,  και τους αντίστοιχους οργανισμούς,  με αποστολή να συλλέγει τα στοιχεία της φαρμακευτικής δαπάνης σε μηνιαία βάση και να συντάσσει μια αιτιολογική έκθεση. Σημαντικό προς αυτή την κατεύθυνση είναι επίσης, να υπάρξει επιτροπή ελέγχου συνταγογράφησης.

Παράλληλα, είναι κρίσιμο να αλλάξει η σημερινή διαδικασία για τους διαγωνισμούς προμηθειών των νοσοκομείων, καθώς αυτή τη στιγμή, με βάση το νόμο Λοβέρδου, πρέπει να υπάρχει ένας μειοδότης για την προμήθεια των νοσοκομείων όλης της Ελλάδας με μόνο κριτήριο τη χαμηλότερη τιμή. Αυτή η συνθήκη όπως καταλαβαίνετε θέτει σε σοβαρό κίνδυνο την ομαλή τροφοδοσία των νοσοκομείων. Είναι απαραίτητο να υπάρχουν τουλάχιστον δύο, τρείς μειοδότες για την ίδια δραστική ανά υγειονομική περιφέρεια, ώστε να αποφευχθούν θέματα ελλείψεων που μπορεί να θέσουν σε κίνδυνο τη Δημόσια Υγεία.

Τέλος, είναι επιτακτική ανάγκη να υποστηριχθεί η εγχώρια φαρμακευτική βιομηχανία, η οποία, κυρίως τα τελευταία δέκα χρόνια, έχει κάνει άλματα σε θέματα ποιότητας, καινοτομίας, όγκου παραγωγής. Σήμερα, οι ελληνικές φαρμακευτικές βιομηχανίες κατέχουν με τα φάρμακά τους μερίδιο αγοράς της τάξης του 30-35% στην Αγγλία, 25% στη Γαλλία και 15-20% στη Γερμανία, ενώ απαξιώνονται στην Ελλάδα.

Η ελληνική φαρμακευτική βιομηχανία έχει όλα τα δυναμικά χαρακτηριστικά για να πρωταγωνιστήσει στο νέο αναπτυξιακό πρότυπο της χώρας, με εχέγγυα την ποιότητα, την καινοτομία και την ασφάλεια του ελληνικού επώνυμου φαρμάκου, το οποίο εμπιστεύονται ασθενείς στην Ελλάδα, αλλά και σε περισσότερες από 60 χώρες του κόσμου. Είμαστε ο κλάδος που πραγματοποιεί τις μεγαλύτερες επενδύσεις τα τελευταία 6 χρόνια και ένας από τους πιο δυναμικά εξελισσόμενους. Όπως έδειξε πρόσφατη έρευνα του ΙΟΒΕ, η συνολική επίδραση της δραστηριότητας της φαρμακευτικής βιομηχανίας στο εγχώριο ΑΕΠ ξεπερνά σήμερα τα €2,8 δις. Επίσης χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι σε όρους Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας, ο κλάδος παραγωγής φαρμάκων στην Ελλάδα συμβάλλει κατά 9,6% στο σύνολο του μεταποιητικού τομέα για το 2010, ένα από τα υψηλότερα ποσοστά στην Ευρώπη, μετά τη Σλοβενία (12,7%) και τη Δανία (10,4%). Παράλληλα, σε μια δύσκολη εποχή για την απασχόληση, η συνολική επίδραση της λειτουργίας των παραγωγικών φαρμακοβιομηχανιών εκτιμάται σε 53.100 θέσεις εργασίας.

Καταλήγουμε λοιπόν πως είναι απαραίτητο να εφαρμοστεί στην Ελλάδα μια φαρμακευτική πολιτική, η οποία να λαμβάνει σοβαρά υπόψη και τις αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας. Πώς περιμένουμε να αυξηθεί το ΑΕΠ της χώρας, αν δε λαμβάνεται μέριμνα για τους κλάδους που μπορούν να το ωφελήσουν σημαντικότατα;