Από τα τέλη του 2009 έως σήμερα, το φάρμακο έχει αποτελέσει πεδίο μιας σειράς ρυθμιστικών παρεμβάσεων με σκοπό τη μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης των ασφαλιστικών ταμείων και των νοσοκομείων. Από πλευράς οικονομικού αποτελέσματος, η προσπάθεια αυτή απέδωσε. Όμως από την πλευρά της ποιότητας και της κάλυψης των παρεχόμενων υπηρεσιών Υγείας, η συγκεκριμένη πολιτική έχει επιφέρει πολλαπλάσια αρνητικά αποτελέσματα.
Σήμερα, η Τρόικα επανέρχεται με νέες σκληρότερες απαιτήσεις, που θα επιφέρουν ακόμα πιο δραματικές συνέπειες για την εγχώρια παραγωγή φαρμάκου, αλλά και συνολικά για τον χώρο της Υγείας, καθώς εάν εφαρμοστούν οι τιμές των οικονομικών φαρμάκων που παράγονται στην Ελλάδα θα διαλυθούν, σε βαθμό που δεν θα είναι δυνατή η συνέχιση της παραγωγής τους. Πολλά οικονομικά φάρμακα θα βγουν από την αγορά και θα υποκατασταθούν από νέα εισαγόμενα που πωλούνται σε πολύ ακριβές τιμές, με όποιες περαιτέρω επιβαρύνσεις συνεπάγεται αυτό στη συμμετοχή που θα πληρώνουν από τη τσέπη τους οι ασφαλισμένοι.
Για όλους τους άλλους εμπλεκόμενους στη συγκρότηση της φαρμακευτικής πολιτικής, πλην της Τρόικα, είναι φανερό ότι η τιμολόγηση σαν εργαλείο για την παραγωγή εξοικονομήσεων έχει φθάσει στα όριά του, καθώς κάθε περαιτέρω συμπίεση των τιμών θέτει σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα φαρμακευτικών προϊόντων και επιχειρήσεων, χωρίς ουσιαστικό όφελος σε όρους εξοικονομήσεων. Είναι καιρός να ασχοληθούμε σοβαρά με όσα εστιάζουν και όλα τα Ταμεία στην υπόλοιπη Ευρώπη, όπως με τον έλεγχο της συνταγογράφησης, την εφαρμογή των θεραπευτικών πρωτοκόλλων και την αξιολόγηση των νέων ακριβών θεραπειών, ώστε να εισέρχονται στο σύστημα σε χαμηλές τιμές.
Παρά τα λάθη και τις αστοχίες του παρελθόντος και το ασφυκτικό πλαίσιο των απαιτήσεων της Τρόικα, υπάρχουν περιθώρια διαμόρφωσης μιας Εθνικής Πολιτικής Φαρμάκου με βασικούς άξονες την παραγωγή βιώσιμων εξοικονομήσεων και την αξιοποίηση της εγχώριας παραγωγικής φαρμακοβιομηχανίας.
Τα κύρια σημεία μια τέτοιας πολιτικής θα αφορούν:
α) στην αξιολόγηση της αποζημίωσης των νέων ακριβότερων θεραπειών με την παράλληλη ενεργοποίηση της επιτροπής διαπραγμάτευσης του ΕΟΠΥΥ.
β) στον έλεγχο της συνταγογράφησης και της υποκατάστασης των φθηνών με ακριβότερες θεραπείες, μέσω θεραπευτικών πρωτοκόλλων και μητρώων ασθενών (registries) για τα φάρμακα υψηλού κόστους.
γ) στην εφαρμογή δεσμευτικών συνταγογραφικών οδηγιών και ορίων συνταγογράφησης.
δ) στην παροχή κινήτρων για τη συνταγογράφηση οικονομικότερων φαρμάκων.
ε) στην άρση των αντικινήτρων για τη διάθεση γενοσήμων από τους φαρμακοποιούς.
στ) στην ενημέρωση των πολιτών για την ορθολογική χρήση των φαρμάκων και ιδιαίτερα την αξία και τα οφέλη από τη χρήση ελληνικών οικονομικότερων φαρμάκων.
Ειδικότερα σε ότι αφορά στην αξιοποίηση της εγχώριας παραγωγικής δραστηριότητας, είναι απαραίτητη: α) η ορθολογική τιμολόγηση των παλαιότερων φαρμάκων, κατ εξοχήν πεδίο δραστηριοποίησης των ελληνικών φαρμακοβιομηχανιών, ώστε να παραμένουν στο σύστημα και να παράγουν εξοικονομήσεις
β) η δυνατότητα πρότασης σκευάσματος στο πλαίσιο της συνταγογράφησης με δραστική, με τον φαρμακοποιό να δύναται να αντικαθιστά με οικονομικότερο ιδιοσκεύασμα, με απώτερο στόχο την αύξηση της χρήσης των γενοσήμων.
γ) η αναγνώριση – επιβράβευση της δημιουργίας εγχώριας προστιθέμενης αξίας.
δ) η στελέχωση του ΕΟΦ με εξειδικευμένο προσωπικό με στόχο την τήρηση των χρονοδιαγραμμάτων που αφορούν στις εθνικές αδειοδοτήσεις και την υποστήριξη της διαδικασίας Αμοιβαίας Αναγνώρισης με την Ελλάδα ως χώρα αναφοράς.