Του Θοδωρή Καλούδη
Ο νέος υπουργός Υγείας κ. Μάκης Βορίδης αναλαμβάνει τα καθήκοντά του με 5 ανοιχτές προκλήσεις:
1. Την προστασία της Δημόσιας Υγείας
2. Την απρόσκοπτη πρόσβαση των ασθενών στις φαρμακευτικές θεραπείες.
3. Τη συγκράτηση της φαρμακευτικής δαπάνης στα επιθυμητά επίπεδα.
4. Τη δημιουργία υγειών συνθηκών ανταγωνισμού στην αγορά φαρμάκου.
5. Την παροχή φτηνού ποιοτικού φαρμάκου στους ασθενείς, με μείωση του κόστους συμμετοχής τους στις θεραπείες.
Με δυό λόγια, το στοίχημα του νέου υπουργου Υγείας είναι να εξασφαλίσει στους πολίτες την παροχή επαρκούς, ασφαλούς και φτηνής φαρμακευτικής αγωγής, υπηρετώντας παράλληλα τις “εντολές” του μνημονίου για “συγκράτηση της ετήσιας φαρμακευτικής δαπάνης” στα όρια των δύο δις ευρώ. Και να το κάνει αυτό “παίζοντας το παιχνίδι” της πολιτικής φαρμάκου έντιμα και καθαρά, με γνώμονα το εθνικό συμφέρον και το καλό των ασφαλισμένων – και αντιστεκόμενος στις πιέσεις των εκπροσώπων των δανειστων μας, που θέλουν να επιβάλουν (και) στην αγορά φαρμάκου κανόνες που εξυπηρετούν τα μεγάλα συμφέροντα των επιχειρηματικών κολοσσών των χωρών τους.
Ο στόχος της απρόσκοπτης πρόσβασης των ασθενών στις φαρμακευτικές θεραπείες, με την παροχή αξιόπιστης, αποτελεσματικής και συγκρατημένου κόστους αγωγής ( αλλά και τη μικρότερη δυνατή προσωπική συμμετοχή των ασφαλισμένων στη δαπάνη ) εξυπηρετείται μόνο αν ομαλοποιηθούν οι συνθήκες ανταγωνισμού στην αγορά και εφαρμοστει μια μακροπρόθεσμη εθνική πολιτική στήριξης του Ελληνικού φαρμάκου.
Δείτε ποιά είναι σημερα η κατάσταση:
Τα εισαγόμενα φάρμακα κατέχουν το 82% της αγοράς με τα Ελληνικά φάρμακα να καλύπτουν μόνο το 18%.
– Στις φαρμακευτικές θεραπείες κυριαρχούν τα προϊόντα των πολυεθνικών. Για παράδειγμα, σχεδόν το 70% του προϋπολογισμού του ΕΟΠΥΥ δαπανάται σε 100 σκευάσματα εκ των οποίων μόνο 3 είναι Ελληνικά.
– Στη δαπάνη για τα 100 πρώτα σε πωλήσεις φάρμακα, κυριαρχούν πάλι τα σκευάσματα των πολυεθνικών: το 56,5% αφορά στα πρωτότυπα με προστασία πατέντου (on patent), το 39,8% σε πρωτότυπα εκτός προστασίας πατέντου (off patent), ενώ στα Ελληνικά γενόσημα αναλογεί μόλις το 3,7%.
Και αυτο δεν είναι τυχαίο, αφού στα τελευταία 25 χρόνια, η εξάρτηση της φαρμακευτικής αγοράς από τις ξένες φαρμακοβιομηχανίες έχει ενταθεί δραματικά. Η πολιτική φαρμάκου που ακολούθησε η χώρα, οδήγησε σε μια σειρά καταστροφικές επιλογές και δημιούργησε σοβαρά αντικίνητρα που οδήγησαν στη βαθμιαία συρρίκνωση των μεριδίων αγοράς των χαμηλού κόστους Ελληνικών φαρμάκων.
Αυτό, με τη σειρά του, οδήγησε στην αύξηση της φαρμακευτικής δαπάνης, κυρίως στη δεκαετία 2.000 – 2009. Ο σημαντικότερος παράγοντας αύξησης της δαπάνης αυτής ήταν ο πολύ υψηλός ρυθμός της αδικαιολόγητης υποκατάστασης από τις πολυεθνικές εταιρίες ( με την έγκριση των Ελληνικών αρχών ) των παλαιότερων φθηνότερων φαρμάκων τους από νεότερα πολύ ακριβότερα φάρμακα, που αφορούν στις ίδιες ενδείξεις.
Σήμερα, ο μέσος όρος της Λιανικής Τιμής των 100 πρώτων σε πωλήσεις φαρμάκων είναι 55€ ! Μόλις 8 στα 100 πρώτα σε πωλήσεις φάρμακα έχουν τιμή μικρότερη από 10€ και αφορούν όλα σε παλαιότερες, εκτός πατέντου πλέον, δραστικές ουσίες.
´Οσοι γνωρίζουν καλά το θέμα, υποστηρίζουν ότι το πρόβλημα του ελέγχου της φαρμακευτικής δαπάνης αφορά πρωτίστως στην ανεξέλεγκτη υπερκατανάλωση και ασφαλιστική αποζημίωση των ακριβών ειςαγόμενων “νέων” φαρμάκων. Εισέρχονται στην φαρμακευτική αγορά, χωρίς κανενός είδους αξιολόγηση της επιβάρυνσης που συνεπάγονται στον φαρμακευτικό προϋπολογισμό και χωρίς να εξετάζεται η σχέση του θεραπευτικού τους οφέλους προς το υψηλό τους κόστος. Αξίζει να σημειωθεί ότι πολλές από τις ακριβές “νέες” αυτές θεραπείες δεν αποζημιώνονται σε ισχυρές Ευρωπαϊκές χώρες όπως π.χ. η Γερμανία. Συνταγογραφούνται και αποζημειώνονται όμως στην Ελλάδα της κρίσης.
Την ίδια στιγμή η τιμή των Ελληνικών φαρμάκων έχει μειωθεί τουλάχιστον 60%, ενώ έχει επιπλέον τοποθετηθει προκρούστης στην αύξηση της κατανάλωσής τους, αφού μεγαλύτερη διείσδυσή τους στην αγορά συνεπάγεται νέες μειώσεις των ήδη χαμηλων τιμών με ένα σύστημα που επιβάλει να πέφτουν κι άλλο οι τιμές όσο αυξάνεται ο όγκος των πωλήσεων.
Οι αναγκαίες προτεραιότητες
Προφανώς ο νέος υπουργός τα γνωρίζει αυτά. ´Εχει δύο δρόμους να ακολουθήσει:
Θα διατηρήσει την υφιστάμενη κατάσταση, επιχειρώντας μια “ανώδυνη” διαχειριστική θητεία στο Υπουργείο Υγείας ή θα “σπάσει αυγά” ανατρέποντας ατυχείς (η ιδιοτελείς) πολιτικές ετών προς όφελος των δημοσίων συμφερόντων και των ασφαλισμένων.
Κανείς δεν ισχυρίζεται ότι έχει τη λύση στο τσεπάκι του. Το θέμα της φαρμακευτικής δαπάνης άλλωστε δεν είναι απλό και οι ενδεχόμενες νέες πολιτικές θα έχουν να αντιμετωπίσουν ένα προβληματικό έτσι κι αλλιώς νομοθετικό πλαίσιο.
Στο εξωτερικό έχουν από καιρό αντιληφθεί ότι η φαρμακευτική πολιτική δεν είναι θέμα τιμών αλλά πρωτίστως θέμα κατανάλωσης. Γί αυτό και δουλεύουν συστηματικά πάνω σε ειδικά πρωτόκολλα συνταγογράφησης και ουσιαστικών κινήτρων για την προτίμηση των οικονομικότερων θεραπειών από ιατρούς, φαρμακοποιούς και ασθενείς.
Στο πλαίσιο αυτό, μια εθνική πολιτική φαρμάκου οφείλει να ενισχύει, με κάθε πρόσφορο τρόπο, το Ελληνικό φάρμακο γιατί και φτηνό και αξιόπιστο και διεθνώς αναγνωρισμένο είναι, αφου εξάγεται με επιτυχία σε 80 χώρες στην Ευρώπη και τον υπόλοιπο κόσμο.
Μια νέα εθνική πολιτικη φαρμάκου, με άξονα τα επώνυμα γενόσημα, αποτελεί σημείο-κλειδί για τον έλεγχο της φαρμακευτικής δαπάνης, συμβάλλοντας στην δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης σε γιατρούς και ασθενείς. Στο πλαίσιο του μέτρου της υποχρεωτικής συνταγογράφησης με δραστική ουσία θα πρέπει να επιτραπεί στους ιατρούς να προτείνουν επώνυμο γενόσημο φάρμακο τουλάχιστον στις περιπτώσεις των χρόνιων νοσημάτων.´Οταν μάλιστα έχουν περιθώριο επιλογής, να μπορούν να προτείνουν τα χαμηλότερου κόστους γενόσημα φάρμακα. Παράλληλα, να οργανωθεί με διαφάνεια η συνταγογράφηση. Να μπουν ποσοστώσεις γενόσημων ανά ιατρική ειδικότητα. Και επίσης να δημιουργηθούν συστηματικοί έλεγχοι με την υιοθέτηση συνταγογραφικών πρωτοκόλλων ώστε να αποφεύγεται η καταχρηστική τακτική της υποκατάστασης των παλαιών εισαγόμενων φαρμάκων με ακριβότερα νέα, με τη δικαιολογία της ” νέας θεραπείας”.
´Οσοι δεν έχουν συμφέρον να διατηρηθεί η σημερινή στρεβλή κατάσταση, που επιβαρύνει δημόσιο και πολίτες, υποστηρίζουν ότι η λύση στο πρόβλημα της συγκράτησης της φαρμακευτικής δαπάνης πάει χέρι χέρι με την υποστήριξη του Ελληνικού φαρμάκου. Πρέπει να δούμε το φάρμακο ως επένδυση στο μέλλον και όχι ως δαπάνη. Και να δώσουμε προτεραιότητα στα Ελληνικά φαρμακευτικά προϊόντα με μιά έξυπνη πολιτική, που και τη δαπάνη θα συγκρατεί στα όρια των δημοσιονομικών αναγκών και θα εξασφαλίζει την απρόσκοπτη πρόσβαση των ασθενών σε χαμηλού κόστους φαρμακευτικές θεραπείες, και την Ελληνική φαρμακοβιομηχανία – που επενδύει διαρκώς στην έρευνα και την καινοτομία – θα στηριζει, προς όφελος της ανάπτυξης και της απασχόλησης.
Πηγή: http://7imeres.gr/%CE%BF-%CE%BA-%CE%BC-%CE%B2%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%B4%CE%B7%CF%82-%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B9%CE%BC%CE%AD%CF%84%CF%89%CF%80%CE%BF%CF%82-%CE%BC%CE%B5-%CF%84%CE%B9%CF%82-%CE%BB%CE%AC%CE%B8%CE%BF%CF%82/