Η πρωτόγνωρη πίεση που δέχεται η ελληνική κοινωνία από τα βίαια μέτρα λιτότητας και τις συνεχείς περικοπές αναπόφευκτα αντανακλάται και στον ζωτικό χώρο της υγείας και του φαρμάκου. Οι πρόσφατες εξελίξεις στο φάρμακο αποτελούν χαρακτηριστικό δείκτη της οικονομικής και κοινωνικής πραγματικότητας, αποτυπώνοντας όχι μόνον την υποβάθμιση του επιπέδου διαβίωσης και τη διάλυση της κοινωνικής συνοχής, αλλά και το αντιαναπτυξιακό κλίμα και το περιβάλλον αποστροφής της υγιούς επιχειρηματικότητας εντός του οποίου καλούνται να δραστηριοποιηθούν οι ελάχιστες εναπομείνασες παραγωγικές δομές της χώρας.
Στο πλαίσιο αυτό, η ελληνική φαρμακοβιομηχανία και η σημαντική αναπτυξιακή της δυναμική αντιμετωπίζεται μάλλον σε δεύτερη μοίρα από την Πολιτεία που σε αυτή τη φάση πασχίζει για την επίτευξη των ποσοτικών στόχων που θέτει η Τρόικα. Όμως η επόμενη ημέρα δεν μπορεί παρά να έχει ένα μόνο όνομα: Ανάπτυξη.
Οι 21 εγχώριες ελληνικές φαρμακοβιομηχανίες πληρούν όλες τις προϋποθέσεις που δώσουν αναπτυξιακή ώθηση στην οικονομία. 8.500 Έλληνες εργαζόμενοι (πάνω από το 50% των θέσεων εργασίας του κλάδου), απασχολούνται στην παραγωγή ελληνικών επωνύμων φαρμάκων, τόσο γενοσήμων όσο και πρωτοτύπων, που εξάγονται σε περισσότερες από 80 χώρες στον κόσμο (Ευρώπη, ΗΠΑ, Καναδάς, κ. ά.). Επιπλέον, και σε πείσμα της γενικότερης ύφεσης οι ελληνικές φαρμακοβιομηχανίες δημιουργούν νέες ευκαιρίες απασχόλησης. Παράλληλα οι ελληνικές φαρμακοβιομηχανίες ανανεώνουν το σοβαρό απόθεμα εγχώριας τεχνογνωσίας, επενδύοντας σε έρευνα και ανάπτυξη, αποτελώντας ζωντανή απόδειξη για τα αποτελέσματα της συνεύρεσης ποιότητας, πείρας, γνώσης και οράματος. Σε πείσμα της γενικότερης σημερινής απαισιοδοξίας η ελληνική φαρμακοβιομηχανία αποτελεί δείκτη των δυνατοτήτων και της επιμονής της χώρας.
Η θετική συνεισφορά της εγχώριας φαρμακοβιομηχανίας στην εθνική οικονομία, στη μείωση της εξάρτησης από τις εισαγωγές και στην εξισορρόπηση του εμπορικού ισοζυγίου των φαρμάκων είναι αδιαμφισβήτητη, γεγονός που τεκμηριώνεται και σε πρόσφατη μελέτη της έγκυρης διεθνούς συμβουλευτικής εταιρείας McKinsey που χαρακτηρίζει την ελληνική φαρμακοβιομηχανία ως «αναδυόμενο αστέρα».
Παρόλα αυτά είναι άξια απορίας η στάση της Τρόικας, και η εμμονή της σε μέτρα με αντιαναπτυξιακό χαρακτήρα με αβέβαιο αποτέλεσμα. Το παράδειγμα της υποχρεωτικής συνταγογράφησης με βάση τη δραστική σε συνδυασμό με την επίσης υποχρεωτική χορήγηση του φθηνότερου φαρμάκου από τα φαρμακεία είναι χαρακτηριστικό: Ο συνδυασμός αυτός αποτελεί «καινοτομία» που δεν απαντάται πουθενά στο σύγχρονο κόσμο. Δεν είναι δυνατό να οδηγηθούμε σε ένα μέτρο που συνιστά –αναίτια- ευθεία απειλή για την προστασία της Δημόσιας Υγείας και που βρίσκεται αντιμέτωπο με το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας, προς όφελος κάποιας πρόσκαιρης και αβέβαιης εξοικονόμησης.
Δεν είναι δυνατό να δεχθούμε την παράδοση της φαρμακευτικής αγοράς στους μεγαλοεισαγωγείς που μέσω πρακτικών dumping στις τιμές, προσβλέπουν στην διάλυση του ανταγωνισμού μέσω ανώνυμων φαρμάκων από χώρες φθηνού κόστους, την ίδια στιγμή που η ελληνική φαρμακοβιομηχανία είναι σε θέση να καλύψει πάνω από το 60% των αναγκών της χώρας με ποιοτικά επώνυμα προϊόντα σε ανταγωνιστικές τιμές.
Το δε επιχείρημα περί εξοικονομήσεων που προσφέρει το εν λόγω μέτρο ακούγεται μάλλον ως αστείο, αν αναλογιστεί κανείς ότι η συνταγογράφηση με δραστική δεν επηρεάζει στο παραμικρό τη δαπάνη που προκαλούν τα ακριβά εισαγόμενα πρωτότυπα φάρμακα που προστατεύονται από πατέντο και τα οποία συνταγογραφούνται και αποζημιώνονται από Ταμεία και νοσοκομεία χωρίς κανένα φραγμό. Όχι, λοιπόν, δεν θα υπάρξει καμία εξοικονόμηση, αλλά αντιθέτως σε μέσο ορίζοντα θα σημειωθεί αύξηση της δαπάνης, λόγω της μετατόπισης της συνταγογράφησης προς τα ακριβά πρωτότυπα με πατέντο, ως δικαιολογημένη αντίδραση στην απαξίωση των γενοσήμων.
Το «φάρμακο» για την κρίση βρίσκεται στη διαμόρφωση αναπτυξιακών πολιτικών για την «επόμενη μέρα», μακριά από ισοπεδωτικές λογικές λογιστικού χαρακτήρα και μέτρα σαν αυτό της συνταγογράφησης με τη δραστική ουσία που χωρίς βιώσιμο αποτέλεσμα στην εξοικονόμηση, αποτελεί de facto υποβάθμιση της ποιότητας των φαρμακευτικών θεραπειών και οδηγεί την σήμερα υγιή και εξωστρεφή ελληνική φαρμακοβιομηχανία, σε αβέβαιο μέλλον.